Books of Blood 1 (part2)

stephen_fabian_in_the_hills_the_cities

Το πρώτο μέρος εδώ

Μπλουζ Αίματος για ένα Γουρούνι

Αποπνικτικό σαν κατάμεστο τρόλεϊ που ανεβαίνει την Κυψέλης τέλη Ιουνίου. Ασφυκτική ιδρωτίλα, βρώμα που πασαλείβεται πάνω σου και μένει εκεί για πολλές σελίδες μετά το τέλος. Το Μπλουζ αίματος για ένα γουρούνι είναι από τα πιο σκατόψυχα πράγματα που έχει γράψει ο Barker, και το ότι έπεται του Φλυαρουδίου μεγιστοποιεί αυτό το χαρακτηριστικό του. Από την ατμόσφαιρα του απομονωμένου αναμορφωτήριου ανηλίκων, με την ωμή σκιαγράφηση των δίχως μέλλον τροφίμων, μέχρι την περιβάλλουσα το κτίριο wasteland, εν είδει νοητής τάφρου, και ως το χοιροστάσιο-καθρέφτη της διαβρωτικής δράσης του εγκλεισμού, εδώ το οξυγόνο είναι περιορισμένο και άκρως νοθευμένο. Ο πρωταγωνιστής, πρώην αστυνομικός, πιάνει δουλειά ως καθηγητής-αναμορφωτής, προσπαθεί να ταρακουνήσει τα νωχελικά δεσμά των μοιρολατρικών εφήβων, ερωτεύεται σχεδόν έναν ασθενικό και καταδικασμένο μαθητή του. Η πρόσφατη εξαφάνιση ενός λαμπρού αγοριού, το οποίο δεν ήθελε να ενηλικιωθεί, έχει απλώσει ένα τελετουργικό δίχτυ πάνω από σύσσωμο τον πληθυσμό της φυλακής, με κεντρικό βαρίδι την τεράστια γουρούνα του οικιστικού συμπλέγματος. Το νοητικό ντουμάνιασμα καλά κρατεί μέχρι το τέλος του διηγήματος.

Η ιστορία μπλέκει με άριστο τρόπο το ανθρώπινο με το υπερφυσικό, ενώ πετάει πολύ δυνατές και βίαιες εικόνες στον αναγνώστη. Διαιώνιση μέσω βρώσης και αφομοίωσης, χοιρινό εις χοιρινό απελεύσει. Καμία ελπίδα εδώ, μόνο μια κατρακύλα στα ένστικτα της πρωτόγονης θρησκευτικότητας, αλλά και στηλίτευση του σωφρονιστικού συστήματος. Ανάγνωσμα που σε κάνει να χρειάζεσαι μπάνιο μετά.

Σεξ, Θάνατος κι Αστροφεγγιά

Εδώ έχουμε μια πετυχημένη δοκιμή του Barker πάνω στην κλασσική ghost story ιδέα. Ένα παλιό θέατρο το οποίο ο χρόνος έχει κάμψει ανεπιστρεπτί, μια τελευταία παράσταση για χάρη αλλοτινών μεγαλείων. Ένας θίασος που παραπαίει εκτελεστικά, μια πρωταγωνίστρια που ονειρεύεται το σανίδι, σαν ένα σκαλί ακόμη στην κλίμακα της επιτυχίας – δίχως αγάπη για το θέατρο. Ο σκηνοθέτης που προσπαθεί αλλά είναι παγιδευμένος από τα κατώτερα ένστικτά του. Ένας από μηχανής θεός που σώζει μεν την πρεμιέρα/φινάλε, αλλά καταδικάζει τους συμμετέχοντες. Το διπλανό νεκροταφείο των πάλαι ποτέ αστεριών του “παλιού καλού καιρού”, το οποίο δεν αντέχει το βάρος αυτών που κρατάει στην αγκαλιά του. Και με την πτώση της αυλαίας η ουσία του Ράγκναροκ: Αίμα, Φωτιά, και Θάνατος, αυτοί είναι οι πραγματικοί ηθοποιοί, κάτω από το αιώνιο βλέμμα των άστρων.

Ατμοσφαιρικό σε βαθμό που δεν μας συνήθιζε ο Barker, το Σεξ, Θάνατος κι Αστροφεγγιά είναι φόρος τιμής στις ιστορίες φαντασμάτων, στις παλιές θεατρικές σκηνές, στη διαβρωτική επέλαση του χρόνου, μπολιασμένο με το προσωπικό στίγμα του συγγραφέα. Οι χαρακτήρες του διηγήματος θα μπορούσαν να ανήκουν οι ίδιοι σε κάποιο θεατρικό κείμενο του παρελθόντος. Τραγικότητα και πάθη, μικρές δομικές ματιές στο αρχαιοελληνικό δράμα, ενώ παράλληλα βλέπουμε και εκ των έσω τη λάσπη του show-biz μικρόκοσμου. Τέλος, η παράδοση των συντελεστών στην ιδέα του Θεάτρου, γυμνωμένοι από τους περιορισμούς της ανθρώπινης φύσης, ένας άχρονος θίασος για ένα εξίσου άχρονο κοινό, σε σκηνές που δε χρειάζονται στέγη, αυλαία, ή κάποιο άλλο φωτισμό πέρα από την αστροφεγγιά.

Στους Λόφους, οι Πόλεις

Το τελευταίο διήγημα του πρώτου Βιβλίου του Αίματος είναι όχι μόνο το καλύτερο ολόκληρης της σειράς, αλλά και ένα από τα κορυφαία και πιο πρωτότυπα στο γενικότερο χώρο του τρόμου/φαντασίας. Προσωπικά το βάζω μέσα στα 3 αγαπημένα μου, κάτω από τα “Όνειρα στο σπίτι της Μάγισσας” του Lovecraft, και τη “Μάσκα του Κόκκινου Θανάτου” του Poe. Παρόλο που τα προηγούμενα διηγήματα τα spoiler-ιασα γενναία, εδώ θα είμαι όσο πιο ασαφής και λιγομίλητος μπορώ, γιατί η μαγεία του “Στους Λόφους, οι Πόλεις” έχει να κάνει και με το σοκ που σου προκαλεί η πρώτη “παρθένα” ανάγνωση.

Πολύ επιγραμματικά: Ένα νιόπαντρο ζευγάρι κάνει μήνα του μέλιτος στα Βαλκάνια, και κάποια στιγμή χάνεται οδηγώντας κάπου στους λόφους της πρώην Γιουγκοσλαβίας. Εκεί κοντά υπάρχουν 2 μεγάλα χωριά, τα οποία ανά μεγάλα χρονικά διαστήματα οργανώνουν έναν αγώνα μεταξύ τους. Αυτά.

Το διήγημα εναλλάσσεται μεταξύ τριών οπτικών γωνιών: αυτές των δυο πρωταγωνιστών, και αυτής ενός κατοίκου ενός από τα χωριά. Ανακατεύει προχριστιανικές μυθικές κελτικές τελετουργίες (και κατά συνέπεια λίγο Wicker Man), την προεμφυλιακή παρακμή της Γιουγκοσλαβίας, κάποιες πολιτικές μεταφορές. Και με αυτά τα υλικά γεννάει εκπληκτικές εικόνες απάνθρωπου δέους και βιβλικής ανόδου-και-πτώσης. Μια εύκολη ερμηνευτική λύση είναι το να θεωρήσεις το διήγημα μια μεταφορά για τον κομμουνισμό – όπως πιθανώς τον είχε στο μυαλό του ο (Βρετανός) Barker εκείνης της εποχής. Αλλά το “Στους Λόφους, οι Πόλεις” είναι κάτι πολύ παραπάνω, το οποίο μόνο βιώνεται.

Σχολιάστε